Ρομά: Από τους μύθους και τους φαύλους κύκλους στις δημόσιες συλλογικές διώξεις
Του Μίλτου Παύλου*
Oι ευρωπαίοι πολίτες που διαμένουν στη χώρα μας, αφού ταλαιπωρηθούν μία πρώτη φορά στη συνδιαλλαγή τους με την ελληνική διοίκηση, στις περισσότερες περιπτώσεις αδιαφορούν για τη δήλωση διαμονής τους και την απόκτηση της σχετικής άδειας-δελτίου από την ελληνική αστυνομία. Αν μάλιστα διαμένουν στην Αθήνα και την ευρύτερη περιοχή της, τότε, όπως και όσοι υποβάλλουν αίτηση ασύλου, θα πρέπει να στηθούν αξημέρωτα πίσω από το κτήριο της Πέτρου Ράλλη ελπίζοντας ότι θα καταφέρουν να φτάσουν στο γκισέ και να τακτοποιήσουν το θέμα τους... Έτσι εξηγείται και ο πολύ μικρός αριθμός ευρωπαίων πολιτών που ψηφίζουν στις αυτοδιοικητικές εκλογές και στις ευρωεκλογές, αφού στην πλειοψηφία τους δεν διαθέτουν τίτλο διαμονής στη χώρα. Ωστόσο, δεν κινδύνεψαν ποτέ να συλληφθούν και να απελαθούν.
Στην περίπτωση των Ρομά της Γαλλίας, για πρώτη φορά τόσοι Ευρωπαίοι πολίτες απελαύνονται ομαδικά, από χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μάλιστα, με το τέχνασμα του φτηνού χρηματισμού --γνώριμο σε εμάς από την περίπτωση του Βοτανικού--, η πρακτική αυτή σε μερικές περιπτώσεις χαρακτηρίστηκε εθελοντικός εκούσιος επαναπατρισμός. Παραμένει όμως μια δημόσια συλλογική δίωξη, ρητή, απαράδεκτη, αλλά και τρομακτικά δημοφιλής σε μεγάλο τμήμα των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων.
Όσο και αν σοκάρει αυτή η συναίνεση προς τις διώξεις και η μη αποδοχή τους --αν όχι το ταξικό μίσος-- προς τη μειονότητα των Ρομά στην Ευρώπη, πρόκειται για μια κατάσταση πραγματική, που δεν αφορά βεβαίως μόνο τη Γαλλία. Ίσως γιʼ αυτόν ακριβώς το λόγο οι Ρομά αντιλαμβάνονται την αδιέξοδη κοινωνική τους θέση και απαντούν στις σχετικές έρευνες ότι δεν καταγγέλλουν τις διακρίσεις και τις επιθέσεις που υφίστανται κυρίως επειδή δεν προσδοκούν ότι κάτι τέτοιο θα άλλαζε την κοινωνική τους κατάσταση.
Αν μάλιστα αναλογιστούμε ότι η προσπάθεια «ένταξης των Ρομά» έχει χρηματοδοτηθεί γενναία από την ΕΕ και τα εθνικά κράτη (ακόμη και η Ελλάδα δαπάνησε μέσα στην πρώτη δεκαετία του αιώνα σχεδόν μισό δις ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό για 8.000-9.000 στεγαστικά δάνεια με εγγυητή το δημόσιο), τότε η σημερινή κατάσταση δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί δραματική αποτυχία.
Αλλά πώς φτάνει κανείς ώς εδώ; Είναι απλό: με την απουσία ολιστικών και στοχευμένων πολιτικών που θα αφορούν όλα τα πεδία διαβίωσης της ομάδας (εκπαίδευση, εργασία, στέγαση, υγεία-πρόνοια, κοινωνική φροντίδα, ασφάλεια), όπου βεβαίως αυτά που θα δίνονταν θα προσαρμόζονταν στους Ρομά. Κάθε άλλη πολιτική-πυροτέχνημα ανανέωνε τη μη αποδοχή των Ρομά, αλλά και επιβεβαίωνε ακόμη περισσότερο τους μύθους περί μερικής ή γενικής ευθύνης των ίδιων για την κατάστασή τους. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, οι ειδικές πολιτικές σήμαιναν, άμεσα ή έμμεσα, χωριστή, χωροταξικά και ουσιαστικά, διαβίωση από την πλειοψηφία. Η ίδια η «ένταξη» μπορούσε να επιτελεστεί μόνο με τους όρους της πλειοψηφίας, δηλαδή, πρακτικά, όσο το δυνατόν πιο μακριά της.
Ωστόσο, αν οι βίαιες απομακρύνσεις και οι εξώσεις στη Γαλλία θεωρούνται σήμερα σκάνδαλο (δικαστές έχουν αρχίσει να επισημαίνουν ότι η παράνομη κατάληψη γης για κατοίκηση δεν αποτελεί κατʼ ανάγκην και απειλή της δημόσιας τάξης, άρα δεν δικαιολογεί απέλαση), στην Ελλάδα υπάρχει πλούσια προϊστορία και πρακτική.[1] Αξίζει να σημειώσει κανείς ότι τα σχετικά αρνητικά στοιχεία αναδεικνύουν τη μειονότητα των Ρομά στην Ελλάδα ως εκείνη, ανάμεσα σε πολλές άλλες, που θυματοποιείται και βιώνει στέρηση δικαιωμάτων σε μέγιστο βαθμό και περισσότερο από κάθε άλλη στην Ευρωπαϊκή Ένωση (έρευνα EU-MIDIS του FRA)
Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποιες από τις μαζικές εξώσεις στην Ελλάδα συνδέονται με μείζονα αθλητικά και πολιτιστικά γεγονότα. Σε ανάλογες περιστάσεις οι Ρομά πρέπει να γίνουν αόρατοι, δηλαδή να απομακρυνθούν με κάθε κόστος. Αυτή η πρακτική επαναλαμβάνεται και εις βάρος άλλων γκετοποιημένων και περιθωριοποιημένων κοινωνικών ομάδων.
Συγκυρίες όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες (Αθήνα-Μαρούσι), η ανέγερση ενός νέου σταδίου ποδοσφαιρικής ομάδας (Βοτανικός) ή η ανακήρυξη μιας πόλης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης (Πάτρα) προκαλούν την ακούσια παράνομη διάσχιση των Ρομά στην απαγορευμένη επικράτεια και συμβολίζουν την «παραβίαση» των ορίων, καθώς αυτοί περνούν από τα περιθώρια στο κύριο σώμα της κοινωνικής ζωής της πλειονότητας.[2] Ως φαινόμενο, η παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων μιας μικρής αποκλεισμένης ομάδας (εν προκειμένω των Ρομά) σταθμιζόμενη απέναντι στα συμφέροντα της συντριπτικά μεγάλης πλειοψηφίας, ακόμα και αν αυτά αφορούν τη διασκέδαση και την αναψυχή, αποκαλύπτει πλήρως την έκταση και το βάθος του αποκλεισμού των Ρομά και του διαχωρισμού τους από την υπόλοιπη κοινωνία, ενώ είναι συγκρίσιμο μόνο με το απαρτχάιντ.
Υπάρχει μια πεποίθηση ως «κοινός τόπος» ότι οι Ρομά είναι υπεύθυνοι για πολλά από τα προβλήματά τους. Η προσεκτική εξέταση των στοιχείων και της πραγματικότητας στην υλοποίηση των πολιτικών στις συγκεκριμένες περιπτώσεις αποδεικνύει ότι αυτός είναι ένας μύθος. Η έλλειψη κοινωνικού κεφαλαίου της μειονότητας των Ρομά και οι περιορισμένοι πόροι της για τη διαχείριση σύνθετων καταστάσεων στη στέγαση και σε σχέση με τις δημόσιες αρχές σε κάποιες περιπτώσεις τους οδηγεί στην αδυναμία να ωφεληθούν ακόμη και από ένα γενναιόδωρο πρόγραμμα δανειοδότησης. Έτσι, ο μύθος της ευθύνης των Ρομά για την ίδια τους την κατάσταση εδραιώνεται.
Η διαβίωση της πλειοψηφίας είναι τόσο διαχωρισμένη (segregated) από τους Ρομά που αυτοί οι μύθοι είναι ευρέως διαδεδομένοι και ευδοκιμούν ακόμη και ανάμεσα σε προοδευτικά στρώματα και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτό ίσως είναι και το πιο επικίνδυνο χαρακτηριστικό των διακρίσεων, εφόσον ευνοεί τη διαιώνιση της θέσης των Ρομά στην καλύτερη περίπτωση στα χαμηλότερα σκαλοπάτια της κοινωνικο-οικονομικής ιεραρχίας, όταν δεν είναι τελείως απόβλητοι σε έναν παράλληλο κόσμο όπου τα δικαιώματα φαντάζουν πλαστικά σημαιάκια στα σκουπίδια.
Ο πολυετής ακραίος κοινωνικο-χωρικός διαχωρισμός των Ρομά έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά μιας εδραιωμένης πραγματικότητας κοινωνικού αποκλεισμού μέσα από την επιμονή του φαινομένου και των γενεσιουργών του αιτίων. Ο χωρικός οικιστικός διαχωρισμός αποτελεί ένα στοιχείο το οποίο τους οδηγεί να αναζητούν και να βρίσκουν μη κατειλημμένες και απομονωμένες περιοχές για την εγκατάσταση προσωρινών ή μακροχρόνιων καταυλισμών με αυτοσχέδιες παράγκες και παραπήγματα. Η έλλειψη βασικής πρόσβασης των άτυπων αυτών καταυλισμών σε υπηρεσίες κοινής ωφελείας μοιάζει να λειτουργεί την ίδια στιγμή ως το αποτέλεσμα αλλά και η δικαιολόγηση του κοινωνικο-χωρικού τους διαχωρισμού (ʽβρώμικοιʼ, παραμελημένα παιδιά). Έτσι, οι συνέπειες της περιθωριοποίησής τους (δυσμενείς συνθήκες δημόσιας υγιεινής) μετατρέπονται σε δικαιολογίες --και σε νομιμοποιητικά επιχειρήματα-- για το διαρκή τους διαχωρισμό και αποκλεισμό σε ένα επίμονο φαύλο κύκλο στερεοτύπων, κρατικής αδράνειας και τοπικής εχθρότητας.
Οι Ρομά είναι αρνητικοί πρωταγωνιστές σε ένα από τα στιγμιότυπα της ιστορίας, όπου κοινωνικές τάξεις και εθνοπολιτισμικές ομάδες στερούνται κάθε προστασίας ή είναι πιο συχνά τα θύματα παρά οι προστατευόμενοι των θεσμών. Είναι πολίτες που, με το δίκιο τους, ποτέ δεν ένιωσαν και δεν πίστεψαν ότι διαθέτουν αυτή την ιδιότητα. Από μια μεγάλη έρευνα που έκανε η EU-MIDIS περί θυματοποίησης προκύπτει χαρακτηριστικά ότι οι Ρομά ως θύματα βίας ή άλλων αδικημάτων δεν προσφεύγουν στην αστυνομία, κυρίως επειδή δεν πιστεύουν ότι η αστυνομία θα μπορούσε να κάνει κάτι (72%), αλλά και επειδή φοβούνται αρνητικές συνέπειες από την καταγγελία (40%), ή φοβούνται εκφοβισμό από τους δράστες (36%) ή είχαν προηγούμενες αρνητικές εμπειρίες από την αστυνομία (33%). Συνήθως αντιμετωπίζουν το πρόβλημα με τη βοήθεια φίλων και συγγενών (42%), δυσπιστώντας απέναντι σε θεσμούς, όπως η αστυνομία ή η δικαιοσύνη (εύλογα, αφού θυματοποιούνται από την αστυνομία και τις προκαταλήψεις του κοινού και των δικαστών), γεγονός που εδραιώνει το μύθο της κλειστής sui generis μικροκοινωνίας που ζει εκτός νόμου -- κεντρικό επιχείρημα των ομαδικών διώξεων του Σαρκοζύ. Έτσι, οικοδομείται και ανατροφοδοτείται η προκατάληψη της πλειοψηφίας που προσφέρει γόνιμο έδαφος για διώξεις, ρατσισμό και βία.
Αλλά τέτοιες μέρες, με σταθερό βηματισμό προς την οικονομική καταστροφή, ποιος –ή πόσο- νοιάζεται για τον απόλυτο και παγιωμένο αποκλεισμό των Ρομά; Αποτελούν έναν μάλλον εύκολο στόχο και αποδιοπομπαίο τράγo. Το γνωρίζουν και το εκμεταλλεύονται οι κάθε λογής Σαρκοζύ και οι δημαγωγοί που παίζουν επικίνδυνα με το μέλλον της κουτσής ευρωπαϊκής δημοκρατίας μας.
Με πλάγια τα αποσπάσματα από το: Μ. Παύλου, Κ. Λυοβαρδή, Δ. Χορμοβίτης, Ι. Προκόπη, Η στέγαση των Ρομά στην Ελλάδα. Φαύλοι Κύκλοι και Εδραιωμένοι Μύθοι, επιμ. Μίλτος Παύλου, HLHR-KEMO/i-RED 2009.
(www.i-red.eu)
*Ο Μίλτος Παύλου είναι διευθυντής i-RED / Συντονιστής Ευρωπαϊκού Δικτύου RED κατά του Ρατσισμού
[1] Σύμφωνα με εκτιμήσεις, οι Ρομά στην Ελλάδα ανέρχεται σε 250.000-400.000.
[2] Είναι καλό αυτός που κατακρίνει να λέει τι θα έκανε αν ήταν στη θέση τους. Αν δεχτούμε, προφανώς με το ζόρι, ως δεδομένη την ανάγκη για Ολυμπιακούς Αγώνες, τότε, αντί να απομακρυνθούν οι Ρομά, θα ήταν μια ευκαιρία για στεγαστική αποκατάσταση και αναβάθμιση της διαβίωσης τους σε δημόσια γη, δίπλα στο Στάδιο, με το να μπουν στη δουλειά οι κάτοικοι των καταυλισμών που «απομακρύνθηκαν»: από τότε έως και σήμερα κάποιους από αυτούς μπορεί κάθε επισκέπτης της Αθήνας να τους δει στην Αττική Οδό, σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από το αεροδρόμιο.
τώρα καταλαβαίνω πολλά...
ΑπάντησηΔιαγραφή