Τώρα που φορέσαμε όλοι μάσκες θα φανεί το πραγματικό πρόσωπο καθενός.

Τώρα που φορέσαμε όλοι μάσκες θα φανεί το πραγματικό πρόσωπο καθενός.

31 Οκτωβρίου 2012

Νοτιοκορεάτης καταγγέλλει ξυλοδαρμό από αστυνομικούς

Και καλά αυτός ήταν τουρίστας! Οι δύστυχοι οι μετανάστες που ζουν εδώ τι να πουν που τα χαστούκια έχουν γίνει σύνηθες φαινόμενο; Κι εγώ τι να πω που δεν μπορώ πια να κυκλοφορήσω χωρίς ταυτότητα εκτός κι αν φοράω το καλό μου κοστούμι; Αιγύπτιο με είπανε, ινδό με είπανε, πακιστανό με είπανε, παλαιστίνιο με είπανε, αφγανό με είπανε μόνο κινέζο ή έλληνα δεν μ’ έχουν πει ακόμα οι βλακόμπατσοι έτσι που μέχρι τώρα νόμιζα ότι οι διαταγές τους ήταν να κυνηγούν οτιδήποτε μελαμψό και μαύρο κινείται. φαίνετε όμως πως ούτε οι κίτρινοι την γλυτώνουν. Φαίνεται ότι μάλλον οι διαταγές τους είναι “κυνηγάτε όποιον δεν σας αρέσει η φάτσα του…” σκέφτομαι να καρφιτσώσω την ταυτότητά μου στο πέτο μπας και ησυχάσω λίγο ή καλύτερα να ράψω ένα κίτρινο αστέρι…; Θα δείξει… 

Την αναίτια σύλληψη και τον ξυλοδαρμό του από Έλληνες αστυνομικούς κατήγγειλε ένας Νοτιοκορεάτης τουρίστας.

Μάλιστα το υπουργείο Εξωτερικών της Ν. Κορέας είχε στείλει έγγραφο την περασμένη εβδομάδα, ζητώντας εξηγήσεις, αλλά και την τιμωρία των υπευθύνων.

Ο νεαρός, του οποίου το επώνυμο είναι Jeon, υποστηρίζει ότι ξυλοκοπήθηκε από αστυνομικούς με στολές και πολιτικά στις 16 Οκτωβρίου, στα πλαίσια της επιχείρησης "Ξένιος Δίας".

ο νοτιοκορεάτης, βρέθηκε στην Αθήνα ερχόμενος από Κωνσταντινούπολη και ενώ έκανε βόλτα στην Ομόνοια τον σταμάτησαν αστυνομικοί ζητώντας του να τους δείξει τα ταξιδιωτικά του έγγραφα. Όταν με τη σειρά του ζήτησε να του επιδείξουν τις αστυνομικές τους ταυτότητες, έγιναν έξαλλοι και τον προσήγαγαν.

Στο τμήμα, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ξυλοκοπήθηκε, ενώ του φώναζαν να γυρίσει πίσω στην πατρίδα του.

Σύμφωνα με το ειδησεογραφικό πρακτορείο yonhapnews, το υπουργείο Εξωτερικών της Ν. Κορέας, ανακοίνωσε ότι η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε συγγνώμη για την επίθεση που δέχθηκε ο τουρίστας.

"Ο πρέσβης μας στην Ελλάδα, συναντήθηκε με τον Έλληνα υπουργό Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος απολογήθηκε για το περιστατικό" αναφέρει αξιωματούχος της κυβέρνησης της Νότιας Κορέας.

Οι αστυνομικοί ζήτησαν συγγνώμη από το θύμα τους και ήδη είναι σε εξέλιξη έρευνα.

NEWS247

28 Οκτωβρίου 2012

Το συντομότερο ανέκδοτο;

Ελληνική δικαιοσύνη…

Ήταν αυτό που λέμε «καλό παιδί». Λιγομίλητο λόγω έλλειψης φαντασίας, διαβαστερό λόγω έλλειψης ενδιαφερόντων, καλόβολο που λόγω δειλίας δεν έλεγε ποτέ όχι, υπάκουο λόγω συντηρητικής έως αυταρχικής ανατροφής, μέγας απομνημονευτής-παπαγάλος (ολόκληρα τα βιβλία αποστήθιζε γραμμή προς γραμμή) αλλά ευτυχώς χωρίς ίχνος κριτικής σκέψης (πράγμα απαγορευμένο από το εκπαιδευτικό σύστημα) και κυρίως φιλόδοξο λόγω αισθημάτων κατωτερότητας. Αυτό το «καλό παιδί» με όλα αυτά τα… ιδανικά κουσούρια ενενήντα τοις εκατό επιλέχθηκε μέσα από ένα αναλόγου υφής εξεταστικό σύστημα ώστε να διαπρέψει είτε ως μπάτσος είτε ως στρατιωτικός είτε ως παπάς είτε στην καλύτερη των περιπτώσεων ως δικαστικός.

Αυτό το παιδί λοιπόν που σε μια ορθώς εννοούμενη πολιτισμένη χώρα θα γινόταν το πολύ χειριστής μηχανής σε κάποια φάμπρικα, στο ελλαδιστάν ως εκπαιδευμένος ενήλικας κατά πάσα πιθανότητα θα γίνει δικαστικός για να εξυπηρετεί το γράμμα και όχι την ουσία του νόμου του έτσι κι αλλιώς κομμένου και ραμμένου στα μέτρα της… ελίτ.

Ποιος να είναι αυτός ο δικαστικός λοιπόν; Είναι αυτός που έδωσε την άδεια κόμματος στα χρυσά αυγά υπογράφοντας ως δικαστικός κάτω από την σβάστιγκα. Είναι αυτός που καταδικάζει τον πεινασμένο για μια φρατζόλα ψωμί που έκλεψε αλλά δεν ασχολείται ποτέ με τα μεγάλα συμφέροντα που μπορεί να βλάψουν την σταδιοδρομία του (σημ. τι σταδιοδρομία που αυτοί από το πολύ καθισιό ούτε το σαλόνι τους δεν μπορούν να τρέξουν πόσο μάλλον στάδιο) αλλά και πέρα από αυτό είναι συμπαραστάτης και συνεργός τους κυνηγώντας αρειμανίως όποιον σκεφτεί καν να ασχοληθεί με τους προαγωγούς του εν λόγω δικαστικού.

Περίπτωση Βαξεβάνη. Ο εισαγγελέας λειτούργησε γρηγορότερα και από την ταχύτητα του φωτός σαν να είναι ο Βαξεβάνης ο μοναδικός σ’ αυτή την χώρα που ίσως να έκανε κάτι παράνομο. Και ποια αλήθεια μπορεί να είναι η παρανομία του Βαξεβάνη που χρήζει άμεσης και αυστηρής δικαστικής δίωξης; Μα βέβαια έκανε το ανήκουστο. Έδωσε στην δημοσιότητα μια λίστα με λαμόγια που όμως επειδή είναι οι προαγωγοί του ελιτ δικαστικού έπρεπε να μείνουν μυστικά. Διότι ρε Βαξεβάνη εδώ κοτζαμ υπουργοί πρωθυπουργοί βουλευτές πρόεδροι βιομήχανοι κι όλη η ελίτ αυτού του τόπου κάνουν ότι δεν ξέρουν δεν είδαν δεν άκουσαν έχασαν το cd ή δεν το έλαβαν ποτέ ούτε καν το πρωτοκόλλησαν κι έρχεσαι εσύ ρε να την δημοσιεύσεις και να χαλάσεις την σούπα; Αυτόφωρο λοιπόν ρε εγκληματία που τολμάς να δημοσιεύεις την λίστα με τα λαμόγια τους προαγωγούς των δικαστικών και των εισαγγελέων!

Τυχαία ρε Βαξεβάνη νομίζεις πως δόθηκε άδεια στα χρυσά αυγά από τον άρειο πάγο (α που να παγώσετε εσείς οι άρειοι) ή μήπως νομίζεις ότι τυχαία επιλέγονται οι ηλιθιότεροι των ηλιθιότερων για δικαστές και εισαγγελείς; Δεν φτάνει δηλαδή ρε Βαξεβάνη που έκοψαν οι τσόγλανοι της τρόϊκας τους μισθούς της ελίτ που τώρα κινδυνεύουν να γίνουν σαν κι εσένα κι εμένα αλήτ, κι έρχεσαι τώρα εσύ να δημοσιεύσεις την λίστα που ήταν το τελευταίο αποκούμπι τους; Ξέρεις ρε τι χαλάστρα τους έκανες; Από πού ρε θα εισπράξει τώρα η ελίτ τις μίζες της ανενόχλητη χωρίς να πάρει κανείς μυρουδιά; Χαλάστρα τους έκανες ρε γι αυτό θα πας φυλακή! Ζήτω η δημοκρατία (λέμε και καμιά μαλακία για να περνάει η ώρα)!

27 Οκτωβρίου 2012

ο ρουφιάνος, ο τίμιος, το κορόϊδο, και η αλήθεια

 

ήταν στα μέσα της δεκαετίας του ’80 αρχές καλοκαιριού κι εγώ είχα ανάγκη για δουλειά καθ’ ότι ήθελα να τελειώσω τις σπουδες μου (πολύ αργότερα κατάλαβα ότι οι σπουδές δεν τελειώνουν ποτέ) και πατέρας δεν υπήρχε πια για να με στηρίξει οικονομικά συν του ότι με μάνα άνεργη και αδερφή μικρή είχα ούτε λίγο ούτε πολύ να θρέψω τρία στόματα. Δύσκολα, πολύ δύσκολα εκείνα τα χρόνια για μένα που το γένι μου ήταν ακόμα χνούδι. Θυμάμαι τότε που όλοι γύρω μου ζούσαν μεσ’ την τρελή χαρά εκτός από μένα (ρόδα είναι και γυρίζει όμως) αλλά περισσότερο θυμάμαι εκείνες τις πρώτες εμπειρίες μου από την κοινωνία της εργασίας όπου μόλις πρωτοέμπαινα αλλά και την νοοτροπία της κοινωνίας μας γενικότερα όπου τότε εμπέδωνα παρθενικά.

Μετά από σύσταση λοιπόν (μάθημα πρώτο: άνευ βύσματος στην Ελλάδα δουλειά γιοκ) πήγα δια δουλειά (μάθημα δεύτερο: ανασφάλιστος εννοείται) σ’ έναν μικροεργολάβο που έφτιαχνε κεραμοσκεπές. Με πήρε επειδή είχα ήδη μια μικρή εμπειρία από κεραμοσκεπές στο χωριό αλλά κυρίως επειδή ήξερα να «διαβάζω» και να δουλέυω το ξύλο μιας και ο καραβομαραγκός παππούς μου (με δικό του στα νιάτα του ταρσανά) είχε φροντίσει να μου μάθει την τέχνη παιδιόθεν και μάλιστα όταν ήμουν δεκαπέντε χρονών έφτιαξα ολομόναχος την πρώτη μου βάρκα, το πρώτο μου σκαρί μήκυς 2.5 μέτρων. Τέσπα έπιασα δουλειά στον εργολάβο κι ένα πρωί πήγαμε να φτιάξουμε μια στέγη κάπου στον Λυκαβηττό. Όταν είδα την ξυλεία έτρεξα αμέσως στο αφεντικό. Δεν κάνουν όλα τα ξύλα για σκεπές και τα ξύλα που είχαμε μπορεί να έκαναν για κρασοβάρελα ή για κανα πατάρι αλλά για σκεπή ούτε λόγος. Το είπα λοιπόν αμέσως στον εργολάβο αλλά εκείνος δεν φάνηκε να δίνει σημασία. Με κοίταξε ολίγον υποτιμητικά και μ’ έστειλε να του τ’ ανεβάσω πάνω μιας και αυτός ήταν και ο μάστορας. Την επόμενη μέρα λοιπόν ξεκινήσαμε να στήνουμε τους οδηγούς. Κι ήταν μια από εκείνες τις ημέρες που καθόρισαν το μέλλον μου ή ακριβέστερα τις αποφάσεις μου για το μέλλον μου. Στήναμε τους οδηγούς χωρίς τρυπάνι χωρίς πύρους χωρίς βίδες παρά μόνο με ταβανόπροκες, τα ξύλα ακατάλληλα καθώς ήταν είχαν παντού πρόβλημα. Αλλού σχιζόντουσαν πάνω στο δέσιμο αλλού «τραβούσανε» κι αλλού τα κοίταζα κι αναρωτιόμουν πότε θα λύνανε αφού ακόμα ήταν αρκετά χλωρά και θα μάζευαν με τον καιρό και η πρόκα δεν κρατάει τράβηγμα.

Για να μην τα πολυλογώ, υπό τις οδηγίες του «μάστορα» φτιάχναμε μια σκεπή που αν έβγαζε τον πρώτο χειμώνα χωρίς να ταξιδέψει σε άλλες συνοικίες σίγουρα δεν θα έβγαζε το τρίτο καλοκαίρι όπου μάλλον μετά από πολλά προειδοποιητικά τριξίματα θα έπεφτε στα κεφάλια των ιδιοκτητών. Του τα έλεγα όλα αυτά του «μάστορα» κάθε φορά ένα ένα την στιγμή εκείνη που τα έβλεπα μα εκείνος αδιαφορούσε και με κορόιδευε κιόλας. Μάστορα, τούτο το σκίσιμο του χρόνου θα φτάσει μέχρι τα πάτερα του ‘λεγα, χαμπάρι αυτός. Μάστορα ο βοριάς είναι ανοιχτός να τον διποδίσω με πύρο και βίδα, χαμπάρι αυτός. Την Τρίτη μέρα δουλειάς για να πίσω τον «μάστορα» να δώσει λίγη προσοχή στα όσα του έλεγα πήγα με τα εργαλεία του καραβομαραγκού παππού μου που πια ήταν δικά μου. Ο «μάστορας» χάζεψε τα εργαλεία αλλά στην δουλειά επάνω δεν άκουγε κουβέντα. Με τούτα και μ’ εκείνα κάποια στιγμή τελειώσαμε την δουλειά και ήρθε η ώρα να πληρωθούμε. Εκεί έμαθα (μάθημα τρίτο) ότι ο «μάστορας» είχε κανονίσει με το αφεντικό πως εγώ θα πληρωνόμουν μετά από κανα μήνα επειδή το αφεντικό δεν είχε. Κατάπια και το τρίτο μάθημα και τώρα έπρεπε λέει να περιμένω από την μια πότε θα ξανακλείσει δουλειά ο εργολάβος για να πάω και από την άλλη να περάσει ο μήνας να πληρωθώ τα χρωστούμενα μιας συμφωνίας που εγώ δεν είχα κάνει. Πέρασε λοιπόν ο μήνας χωρίς δουλειά (βρήκα εντωμεταξύ άλλη, εργάτης σε αλουμινάδικο) και πήγα να πληρωθώ. Με πλήρωσε το αφεντικό αλλά μου έκανε παράπονα πως η σκεπή με τον αέρα σαν να τρίζει λίγο. Τον κάθισα κάτω και του τα είπα όλα με το νι και με το σίγμα γιατί ήδη αρκετά βράδια σκεφτόμουν τι θα γίνει εκείνη η σκεπή και σε ποιανού το κεφάλι θα καταλήξει κάποια στιγμή. Του είπα για την ακατάλληλη ξυλεία για την ακατάλληλη τεχνική και για τους κινδύνους που υπήρχαν πληρώθηκα κι έφυγα. Μετά από κανα δυο μέρες λοιπόν με βρίσκει ο γείτονας που με είχε συστήσει στον εργολάβο και ούτε λίγο ούτε πολύ με αποκάλεσε ρουφιάνο γιατί πήγα και τα είπα στον ιδιοκτήτη. Εγώ λοιπόν ήμουν ο ρουφιάνος ο εργολάβος ήταν ο τίμιος και ο ιδιοκτήτης το κορόιδο που πληρώνει.

Κι εδώ είναι το θέμα μας. Ρουφιάνος όποιος λέει την αλήθεια;

Οι Γερμανοί είναι φίλοι μας, όπως ο κουμπάρος, ο δήμαρχος, το αφεντικό, ο Άκης.

Τα πάνω κάτω, μοναχά έτσι θα μπορούσα να δω την κάθε στιγμή που μπαίνει, τη διαδοχή, την εξέλιξη της καθημερινότητάς μας. Δεν είναι μόνο η αίσθηση πως χάνουμε, πως ροκανίζεται η περίφημη ποιότητα της ζωής μας, που ήταν και το ζητούμενο για πολλά χρόνια, είναι που αλλάξαμε και ξεκινήσαμε ένα χορό αποκαλύψεων και εκμυστηρεύσεων που, στην ουσία, δεν  είναι τίποτε άλλο από το αυτονόητο, μόνο που για χρόνια εμείς οι τωρινοί σαραντάρηδες, μα και οι πιο πίσω γενιές, μεγαλώσαμε με την λέξη «κάρφωμα», κάθε που θέλαμε να πούμε την αλήθεια για ό,τι συμβαίνει γύρω μας.

Ήταν τα χρόνια που θαραλλέος, τολμηρός, ήταν εκείνος που έκρυβε, έβαζε κάτω από το χαλάκι ό,τι κι αν συνέβαινε, έδινε τόπο στην οργή γιατί η αποκάλυψη μπορούσε να φέρει ανατροπή σε ένα σύμπαν που ήταν βαθειά ριζωμένο μέσα  στο μυαλό μας.

Μα, αλήθεια, η ανεκτικότητα,  η αποκάλυψη της αλήθειας, είναι η μοιραία “ρουφιανιά”;

Είμαστε “ρουφιάνοι” όταν λέμε τα πράγματα με το όνομα τους;

Η ανοχή ξεκινά μεταπολεμικά, εντείνεται όμως στις μέρες του ζιβάγκο, την εποχής που οι πολιτικοί και ο περίγυρός τους έτρωγαν με δέκα μασέλες, ενώ δίδασκαν τη φιλοσοφία της απόκρυψης, φορούσαν σε κάθε δύστυχο που ήθελε να μιλήσει στη γλώσσα της αλήθειας, την κουκούλα του “χαφιέ”, αν ψέλλιζε και καμιά κουβέντα του πετούσαν ένα ξεροκόμματο και του έκλειναν το στόμα κάνοτάς τον συμμέτοχο.

Μην καρφώσω, λοιπόν, τον γείτονα για τα σκουπίδια, μη δείξω στη δουλειά τον τεμπέλη «συνάδελφο», μην αποκαλύψω στον κοντινό περίγυρο τον άχρηστο εργοδότη που με αφήνει απλήρωτο για το καλό του τόπου.

Βγαίνουν στην επιφάνεια της μνήμης όλες οι στιγμές που κατάπιαμε τη γλώσσα μας, όταν δεν δείξαμε όλα εκείνα, που σαν τέρατα τρύπαγαν, έμπηγαν σουβλιά, μέσα στα μάτια μας.

Ήταν μια τραγική εποχή που ταύτισαν και την Αριστερά με την ακαματοσύνη, μάς έλεγαν πως με κλειστά τα στόματα είμαστε καλύτεροι.

Να λοιπόν που η κρίση μας βγάζει από τη στενωπό, όλα θα τα πούμε και θα τα ξεκαθαρίσουμε, δεν είμαστε ένα σιωπηλό κοπάδι όπως θα βόλευε αρκετούς, ανόητους λουφαδόρους ή προκομένους ληστοσυμμορίτες.

Αν ο γείτονας κάνει παρανομίες, αν ο δήμαρχος είναι ανίκανος, αν ο γιατρός παίρνει φακελάκι, απλά πρέπει να ξεσκεπάζεται και η περίπτωσή του να ακολουθεί την πορεία της Δικαιοσύνης.

Έλεγε ο μακαρίτης ο πατέρας μου: Πού να μπλέκεις τώρα παιδί μου, κράτα το στόμα σου μη μας πουν και ρουφιάνους.

Βασανισμένοι άνθρωποι πολέμων που δεν άντεχαν το δράμα και τον σπαραγμό μέσα στις φαμίλιες, τότε ίσως να είχαν δίκιο, άλλωστε όσο κρίνουμε νεκρούς, τόσο κολυμπάμε σε αναβολές και φόβους.

Τέρμα, λοιπόν, από εδώ και κάτω. Το παιγνίδι είναι η αποκάλυψη, το ΟΧΙ ταιριάζει στη σιωπή, η μοναδική θεραπεία είναι η προβολή της αλήθειας που όλοι έχουμε ανάγκη. Όλα έχουν ονοματεπώνυμο, όλα στο φως

Aixmi.gr

22 Οκτωβρίου 2012

άλλη μια αυτοκτονία λόγω κρίσης…

Αγαπητό μου ημερολόγιο. Δεν σε ξέχασα, απλά έχω πολλή δουλειά, μα πάρα πολλή δουλειά και δεν προλαβαίνω. Κι αν τώρα κάθομαι και γράφω αυτό είναι επειδή έγινε κάτι συνταρακτικό που με ανάγκασε να κατασταλάξω για σκέψεις που κάνω εδώ και καιρό.

Ο ξάδερφος, ο συνομήλικος που κάναμε πολλή παρέα παλιά τότε που ήμασταν παιδιά, πήγε άπατος. Έδεσε μια πέτρα στον λαιμό του και βούτηξε στο Αιγαίο. Αφού ξεπέρασα την πρώτη έκπληξη, αφού μνημόνευσα τα παιδικά μας χρόνια μπήκα πιο βαθιά. Ρώτησα μήπως κάποιος γνώριζε τον πιθανό λόγο της αυτοκτονίας του κι όλοι συμφώνησαν πως ο λόγος ήταν μάλλον οικονομικός.

Από μικρό αυτό το παιδί είχε μανία με το χρήμα κι από την εφηβεία του ακόμα το πρώτο ζητούμενο της ζωής του ήταν το χρήμα. Φαινόταν ότι τα πήγαινε καλά και ειδικά μετά το 1993 και μέχρι το 2006 ζούσε χλιδάτα εντελώς. Πήρε φορτηγό παντρεύτηκε έφτιαξε σπίτι πήρε κι άλλο φορτηγό χώρισε ξαναπαντρεύτηκε έφτιαξε κι άλλο σπίτι ξαναχώρισε ξαναπαντρεύτηκε πήρε κι άλλο φορτηγό κι έφτιαξε κι άλλο σπίτι (όλα σπιταρόνες περιωπής) κι ένα εξοχικό και μια πόρσε καγιέν κι ένα άουντι α5 και χρυσό ρολόι χρυσή καδένα μεταξωτά βρακιά και γενική χλίδα. Έκανε και 4 παιδιά που δεν τα βλεπε γιατί όλη μέρα έτρεχε να μαζέψει λεφτά κι άλλα λεφτά, πολλά λεφτά, όσο πιο πολλά τόσο πιο καλά και τα βράδια στα σκυλάδικα πανέρια με γαρύφαλλα.

Τελευταία φορά είχαμε ειδωθεί στο 2007 σε κοινωνική εκδήλωση όπου πραγματικά είδα έναν άνθρωπο να καμαρώνει πάρα πολύ και να εκπέμπει σιγουριά και αυτοπεποίθηση και πολύ το χάρηκα είναι η αλήθεια μόνο που να, μου μπήκαν ψύλλοι στ’ αυτιά όταν εκεί που μου περιέγραφε τα χουβαρνταλίκια του τον ρώτησα αν χρωστάει και μου απάντησε «γάματα» αλλά συνέχισε αραδιάζει περήφανος τα χλιδάτα του κατορθώματα. Δυο ώρες τα λέγαμε εκείνο το βράδυ, δυο ώρες μόνο για λεφτά μιλούσε. Τίποτ’ άλλο! Λεφτά λεφτά λεφτά κι επίδειξη πλούτου ισχύος και μαγκιάς ελληναράδικης.

Χθές πήγα στην κηδεία του να του πω το στερνό αντίο. Είχα πια κατασταλάξει και τις σκέψεις μου.

Τίποτα αξιόλογο δεν άφησε πίσω του. Μόνο χρέη στα παιδιά του. Άχθος αρούρης ο ξάδερφος.

Αναγνώστες

Η Ιδιοφυΐα του Πλήθους

Υπάρχει αρκετή προδοσία, μίσος, βία, παραλογισμός στο μέσο άνθρωπο για να προμηθεύσει οποιοδήποτε στρατό, οποιαδήποτε μέρα. Kαι οι καλύτεροι στο φόνο είναι αυτοί που κηρύττουν εναντίον του. Kαι οι καλύτεροι στο μίσος είναι αυτοί που κηρύττουν αγάπη. Kαι οι καλύτεροι στον πόλεμο είναι τελικά αυτοί που κηρύττουν ειρήνη. Eκείνοι που κηρύττουν θεό, χρειάζονται θεό. Eκείνοι που κηρύττουν ειρήνη, δεν έχουν ειρήνη. Eκείνοι που κηρύττουν αγάπη, δεν έχουν αγάπη.

Προσοχή στους κήρυκες, προσοχή στους γνώστες, προσοχή σε αυτούς που όλο διαβάζουν βιβλία, προσοχή σε αυτούς που είτε απεχθάνονται τη φτώχεια, είτε είναι περήφανοι γι' αυτήν, προσοχή σε αυτούς που βιάζονται να επαινέσουν γιατί θέλουν επαίνους για αντάλλαγμα, προσοχή σε αυτούς που βιάζονται να κρίνουν, φοβούνται αυτά που δεν ξέρουν, προσοχή σε αυτούς που ψάχνουν συνεχώς πλήθη γιατί δεν είναι τίποτα μόνοι τους, προσοχή στο μέσο άνδρα και τη μέση γυναίκα, η αγάπη τους είναι μέτρια, ψάχνει το μέτριο. Αλλά υπάρχει ιδιοφυΐα στο μίσος τους, υπάρχει αρκετή ιδιοφυΐα στο μίσος τους για να σας σκοτώσει, να σκοτώσει τον καθένα. Δεν θέλουν μοναξιά, δεν καταλαβαίνουν τη μοναξιά, θα προσπαθήσουν να καταστρέψουν οτιδήποτε διαφέρει από το δικό τους. Μη βρισκόμενοι σε θέση να δημιουργήσουν έργα τέχνης, δεν θα καταλάβουν την τέχνη, θα εξετάσουν την αποτυχία τους, ως δημιουργών, μόνο ως αποτυχία του κόσμου. Mη βρισκόμενοι σε θέση να αγαπήσουν πλήρως, θα πιστέψουν ότι και η αγάπη σας είναι ελλιπής και τότε θα σας μισήσουν και το μίσος τους, θα είναι τέλειο... Σαν ένα λαμπερό διαμάντι, σαν ένα μαχαίρι, σαν ένα βουνό, σαν μια τίγρη. Όπως το κώνειο. Η καλύτερη τέχνη τους...

Tσαρλς Μπουκόφσκι

Related Posts with Thumbnails