Τώρα που φορέσαμε όλοι μάσκες θα φανεί το πραγματικό πρόσωπο καθενός.

Τώρα που φορέσαμε όλοι μάσκες θα φανεί το πραγματικό πρόσωπο καθενός.

20 Οκτωβρίου 2010

Η Ιστορία της Αναρχίας στην Ελλάδα & οι ελευθεροτέκτονες (μασόνοι)V

Σε συνέχεια (κλικ)

Εδώ το πρώτο μέρος (κλικ)

Εξαιτίας της δίωξης των υπεύθυνων της εφημερίδας, στις 16 Σεπτεμβρίου 1861, δημοσιεύτηκε στο «Φως» το ακόλουθο κύριο άρθρο με το οποίο καταβάλλεται προσπάθεια να «διασκεδαστούν» οι συλλήψεις και η κατάσχεση του προηγούμενου φύλλου, ενώ τονίζεται ότι η αναρχία είναι ουτοπική και ανεφάρμοστη:

Η παρεξήγησις

Μακράν του να συνηγορήσωμεν υπέρ του κατασχεθέντος άρθρου του παρελθόντος Σαββάτου, η Αναρχία, οφείλομεν όμως χάριν της αληθείας και της αδίκως παρεξηγηθείσης εννοίας αυτού, να παρατηρήσωμεν ολίγα, άτινα πιστεύομεν ότι θέλουν πείσει τινά τετυφλωμένα νευρόσπαστα.

Το άρθρον τούτο γραφέν εις εποχήν ανώμαλον και ύποπτον, έπρεπε πάντοτε να ηχήσει δυσαρέστως εις τας ακοάς όλων, έπρεπε να τύχη υποδοχής τοιαύτης. Γραφόμενον όμως εις εποχήν ολίγον μεμακρυσμένην της παρούσης, ήθελε τύχει ίσως δημοσιογραφικής τινος πάλης.

Καταταττόμενοι και ημείς εις την αντίδοξον αυτού μερίδα, διότι λέγων ο αρθρογράφος ότι η Αναρχία θέλει φέρει εις τους λαούς την ισότητα, την αδελφότητα κλπ. σφάλει μεγάλως, καθ’ όσον τότε ζητεί ή ένα λαόν φθάσαντα εις το κατακόρυφον σημείον της ηθικής τελειότητός του, ήτοι εις το Ζενίθ της ιδανικότητος, και τοιούτον εν τη υφηλίω δεν ευρίσκομεν ή τουναντίον ένα κόσμον όλως κτηνώδη και άγριον φθάσαντα εις το Ναδίρ της ατελείας και πραγματικότητος μη φροντίζοντα διόλου περί της διανοητικής του αναπτύξεως τρεφόμενον και ζώντα ως οι Ορεσίτροφοι εκείνοι άγριοι Ινδοί, έχοντες το κυνηγετικόν όπλον επί του ώμου των ή την ποιμενικήν ράβδον υπό μάλης.

Λέγομεν κόσμον κτηνώδη και άγριον, διότι απεδείχθη ότι εκ των ελευθέρων πολιτευμάτων, τα έθνη ευημερούσιν. Εκ του Πολιτικού αυτού συναλλάγματος οι άνθρωποι έφθασαν εις την ιδέαν της συναισθήσεως του καθήκοντος, του σεβασμού προς τους ανωτέρους, και τέλος της κοινής ευδαιμονίας.

Δια της εφαρμογής ελευθέρων πολιτευμάτων, ο άνθρωπος ως φύσει κενόδοξος και φίλαρχος, κεντάται η άμιλλα και φιλοτιμία όλων, και κατά συνέπειαν η διανοητική μόρφωσις τείνει εις την πρόοδόν της.

Πραγματευόμενος τις εν τω παρόντι φύλλω περί πολιτευμάτων και των αποτελεσμάτων της Αναρχίας ματαίως κοπιάζει, διότι και το στενόν του φύλλου, και αι περιστάσεις δεν το επιτρέπουν, ηθελήσαμεν μόνον να δώσωμεν μικράν τινα ιδέαν εις τους τετυφλωμένους τούτους, οίτινες ηθέλησαν να ωφεληθούν της περιστάσεως, δεικνύοντες διαπιστευτήρια αφοσιώσεως.

Θέλοντες όμως να εξαλείψωμεν από το κοινόν και από αυτούς, την ριφθείσαν σατανικήν ιδέαν, λέγομεν ότι ουδέποτε ο Ελληνικός λαός ηθέλησε ή εφαντάσθη να βάψη τας χείρας του εις αίμα αθώον, εις το αίμα των πατέρων του. Ο ελληνικός λαός αν και ήναι ολίγον φλεγματικός, είναι κατά της εξουσίας και ουχί κατά του Θρόνου, τον οποίον πάντοτε εις όλας τας περιστάσεις του συνέδραμεν, ο ελληνικός λαός δύναται να προσφέρη προμαχώνα πτωμάτων του προς σωτηρίαν των βασιλέων του, και αν τινες κόλακες και τυχοδιώκται θέλουν να διασύρουν και δυσφημήσουν το αείμνηστον του Έλληνος όνομα, εις τούτους αντιτάττομεν την περιφρόνησιν.

Ο Ελληνικός λαός εξετιμήθη πάντοτε εις τας σπουδαίας περιστάσεις, προσενεγκών θυσίας μέχρις εσχάτης πνοής. Ότε η σκανδαλώδης περί συνομωσίας ιδέα, διεδόθη εις την Επιμενίδειον ύπνον καθεύδουσαν πόλιν μας, εις όλων τα πρόσωπα εφαίνετο ζωγραφισμένη η αποστροφή και η αγανάκτησις, τότε άπας ο τύπος διατελών υπό το κράτος τρομεράς εν γένει κατά του συστήματος αποστροφής, εις την ιδέαν όμως της συνομωσίας, συνώμωσε και ούτος πράγματι και εν μία φωνή προσέφερε εις τον Θρόνον ουχί θεραπείαν, αλλά καθήκον και ήδη λοιπόν ότε ο αγών πρόκειται περί των όλων, ότε δεν πρόκειται περί του ενός ή του άλλου υπουργού και ήδη ξύμπαν το Έθνος θρηνεί και χαίρει, δια τε το αποτρόπαιον τούτο συμβάν και την διάσωσιν της ζωής της Σεβαστής ημών Ανάσσης εκ του κινδύνου.

Γράφοντες ταύτα μη νομίσητε ότι θέλομεν να κολακεύσωμεν την περίστασιν, ή θέλομεν να σας ρίψωμεν στάκτην εις τα μάτια, απ’ εναντίας γράφομεν εκ πεποιθήσει, θέτοντες την χείραν μας επί της καρδίας, ως και άλλοτε.

Αναφέραμε προηγουμένως τον Δημήτριο Παπαρρηγόπουλο ως τον συγγραφέα του πρώτου αναρχικού δημοσιεύματος στον «ελλαδικό» χώρο. Ο Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος ήταν γιος του ιστορικού Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου (Κωνσταντινούπολη 1815-Αθήνα 1891). Γεννήθηκε το Σεπτέμβριο του 1843 στην Αθήνα. Ο Ιωάννης Ζερβός, αλλά και άλλοι βιογράφοι και ερευνητές, αναφέρουν ότι η οικογένειά του ήταν διακεκριμένη οικογένεια που καταγόταν από τη Βυτίνα Αρκαδίας Πελοποννήσου. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθήνας, από την οποία αναγορεύτηκε διδάκτορας το 1866 σε ηλικία μόλις 23 χρόνων. Άσκησε από τότε το επάγγελμα του δικηγόρου μέχρι το τέλος της ζωής του με ζήλο, όπως υπηρέτησε παράλληλα και την ποίηση με το ίδιο πάθος. Στη λογοτεχνία και ιδιαίτερα την ποίηση και το θέατρο επιδόθηκε από τα μαθητικά και φοιτητικά του χρόνια. Παράλληλα, ασχολήθηκε και με τη φιλοσοφική έρευνα. Φέρεται ως εσωστρεφής, απαισιόδοξος, αγέλαστος, άνθρωπος που απέφευγε τις πολλές συναναστροφές, κλεισμένος ως επί το πλείστον στον εαυτό του. Τις ελεύθερες ώρες του τις διέθετε στη μελέτη, αποκτώντας έτσι μεγάλη κλασική μόρφωση, πλήρη γνώση της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας του καιρού του και φανερή κλίση προς τις κοινωνικές, ηθικές και φιλοσοφικές επιστήμες. Λέει ο ίδιος:

«Εγεννήθην εν Αθήναις την 8ην Σεπτεμβρίου 1843, εβραβεύθην δια την περί καθηκόντων πραγματείαν μου την 14 Σεπτεμβρίου 1861, δια τους Στόνους, λυρική συλλογήν, την 8ην Μαΐου 1866. Το πρώτον βιβλίον, το οποίον εδημοσίευσα δε είναι: Αι σκέψεις ενός ληστού. Δεν ειξεύρω αν το ανέγνωσες, το εδημοσίευσα δε εν έτει 1859. Είμαι δικηγόρος, ως γνωρίζεις, και κρατώ υπό μάλης δικογραφίας καθ’ άπασαν την ημέραν, υποκλέπτων ώρας του ύπνου καθ’ άς εργάζομαι εις φιλολογικά έργα. Αν δεν εφοβούμην μη σε πλήξω, ήθελον διηγηθή πόσας πικρίας υφίστανται οι άνθρωποι τω Γραμμάτων εν Ελλάδι». (Στον πρόλογο της έκδοσης Τα Άπαντα του Παπαρρηγόπουλου, 1897, εκδ. Γ.Δ.Φέξη).

Ο Χαράλαμπος Άννινος (για τον οποίο να σημειώσουμε ότι, κατά πάσα πιθανότητα, η εργασία του με τίτλο «Δύο Έλληνες ποιηταί» αποτέλεσε τη βάση στην οποία στηρίχθηκαν όλες σχεδόν οι μετέπειτα μελέτες για τη ζωή και το έργο του Δ. Παπαρρηγόπουλου) παρέχει στοιχεία για την όλη παιδεία του Παπαρρηγόπουλου: «Φύσει φιλομαθής, εγκύψας εις την μελέτην των αρχαίων συγγραφέων, ως εμφαίνεται εκ των έργων του και ιδίως των πεζών, καθώς και εις την ανάγνωσιν των περιφημοτέρων έργων των νέων φιλολογιών, απεθησαύρισε πλούτον γνώσεων και εφοδίων συντελεστικών εις την γεννιαοτέραν ανάπτυξιν του φυσικού του πνεύματος. Κατά προτίμησιν ησχολείτο εις την μελέτην συγγραμμάτων ηθικών και φιλοσοφικών».

Και παρακάτω: «…εκ της νεότητός του εμελέτα τον Πλάτωνα. Εκ των έργων του φαίνεται σαφώς ότι εμελέτησε πολλούς των αρχαίων συγγραφέων και ποιητών, ιδίως τους Έλληνας τραγικούς. Εκ των Λατίνων είχε πιθανώς μελετήσει τον Λουκρήτιον, τον Σενέκα, τον Τάκιτον και είτινα άλλον. Αλλά και τα νεώτερα φιλοσοφικά συστήματα ήσαν οικεία εις αυτόν. Εις τους φίλους του ήτη γνωστόν, ότι εις τα τέλη του βίου του, καταγίνετο εις την μελέτην του Σπινόζα, βεβαίως δε και Σοπεχάουερ θα ήτο μεταξύ των προτιμωμένων του. Ο Βύρων, ο Σαίξπηρ, ο Γκαίτε, ο Χάινε, ο Young, ο Μυσσέ και ιδίως αι Confessions d’ un enfant de siecle, πιθανώς ο Baudelaire, εξ άπαντος ο Leopardi, κατελέγοντο μεταξύ των προσφιλών του συγγραφέων». Ο Χ. Άννινος γράφει ότι οι μελέτες στις οποίες ενέσκυψε ο Παπαρρηγόπουλος ήταν αυτές που τον έκαναν απαισιόδοξο: «Αλλ’ η απαισιοδοξία του έχει τούτο το ιδιάζον, ότι δεν είναι επίπλαστος, όπως η των άλλων συγχρόνων και μιμητών του, είναι ιδική του γνησία, απόρροια των ιδεών και των αισθημάτων του. Αι θρησκευτικαί του πεποιθήσεις ισχυρώς κλονισμέναι, δεν δύναται να τον συγκρατήσουν».

Ο Δ. Παπαρρηγόπουλος πίστεψε αρχικά στη λεγόμενη αθανασία της ψυχής και, μάλιστα, έγραψε και μια σχετική πραγματεία που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Παρθενών», αλλά μετά από λίγο χρόνο η αμφιβολία κλόνισε την πίστη του αυτή και οδηγήθηκε σε δοξασίες υπέρ του μηδενός που το θεωρούσε ως μελλοντικό όνειρο της ζωής και όπλο των ποιητών και άλλων διανοούμενων προς τη δυστυχούσα κοινωνία. Ίσως, βέβαια, στην υιοθέτηση των απόψεων αυτών από την πλευρά του να συνετέλεσαν, ξέχωρα από τις μελέτες του, οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή αυτή, μια εποχή που χαρακτηρίζεται από την εδαφική αύξηση της ελλαδικής επικράτειας με την ενσωμάτωση των Επτανήσων, τη συνεχιζόμενη αθλιότητα του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού, την εκτεταμένη εξαχρείωση διοικούντων και μη, τη διαφθορά του πολιτικού βίου, ακόμα και την κοινωνική ληστεία για την οποία, άλλωστε, έγραψε και το κείμενό του «Σκέψεις ενός ληστού ή η καταδίκη της κοινωνίας». Το μόνο γεγονός αισιοδοξίας, η μόνη φωτεινή έξαρση που φαίνεται ότι συνέβη κατ’ αυτόν είναι η Κρητική επανάσταση.

Να σημειώσουμε ότι το «Σκέψεις ενός ληστού ή η καταδίκη της κοινωνίας» το έγραψε και το κυκλοφόρησε όταν ήταν ακόμα μαθητής Γυμνασίου. Ο Λεωνίδας Χρηστάκης και ο Νίκος Δανδής αναφέρουν ότι εκδόθηκε το 1861. Ο Λ. Χρηστάκης λέει: «Το κείμενο περιγράφει με πολλή παρρησία τις απόψεις και την κοινωνική δραστηριότητα των ληστών και καταδικάζει την κοινωνία των ανισοτήτων. Είναι περίεργο, διότι ο Δημήτρης προερχόταν από εύπορη και παραδοσιακή οικογένεια και διότι ο πατέρας του εκτός από ιστορικός, εργαζόταν σε φιλο-Οθωνική εφημερίδα – το ΕΘΝΟΣ – ο δε παππούς του ήτο τραπεζίτης στην Κωνσταντινούπολη και ένας εκ των Φιλικών».

Ο δε Νίκος Δανδής γράφει: «…Ο Δημ. Παπαρρηγόπουλος, το «άτακτο παιδί» της εποχής του ήταν ένας ευαίσθητος ποιητής που δεν μπορούσε ν’ ανεχτεί τις αυθαιρεσίες της Αυλής και της οικονομικής φεουδαρχίας που σαν ακρίδες του Φαραώ μάστιζαν το λαό που είδε πολύ γρήγορα τις ελπίδες του για μια συνταγματική διακυβέρνηση να διαψεύδονται». Αλλά ο Παπαρρηγόπουλος, αν και φαίνεται ότι επηρεάστηκε από όλο αυτό το φάσμα γεγονότων και καταστάσεων, εντούτοις δεν φαίνεται ότι έγραψε πατριωτικά ή παρόμοιας υφής ποιήματα και όσα έγραψε τέτοια είναι πολύ ελάχιστα. Αυτό επιβεβαιώνει και ένας άλλος μελετητής του έργου του και επίδοξος ανθολόγος του (με την έννοια ότι ο αριθμός των ποιημάτων που ανθολογεί είναι κατά πολύ μικρότερος από τον αριθμό των ποιημάτων που ανθολογήθηκαν μετέπειτα από άλλους μελετητές του έργου του Παπαρρηγόπουλου) ο Ιωάννης Ζερβός, ο οποίος γράφει: «Η απομάκρυνσίς του από τα πατριωτικά θέματα και την ελαφράν ερωτολογίαν, η εντονωτέρα κάθε άλλης προσπάθειά του προς φιλοσοφικόν λυρισμόν, νεώτερον, σύγχρονον, ανθρώπινον και όχι πατροπαραδότως θεολογικόν, όπως π.χ. ήτο συχνά ο λυρισμός των Σούτσων, η κατά το δυνατόν αποφυγή πολιτικών πεζολογημάτων, ο αντικειμενισμός – ιδού τα κύρια γνωρίσματα και τα χαρίσματα του Παπαρρηγόπουλου, τα οποία τον κάμνουν αρχηγόν και κορυφαίον του δευτέρου φιλολογικού ρεύματος που επεκράτησε ολίγον μεν χρόνον, αλλ’ αρκετά έντονα, ώστε να παρασύρη μακράν του ποιητικού μας εδάφους πολλά περιττά υπολείμματα της φαναριώτικης στιχουργίας. Και μαζί με τα γενικά αυτά χαρίσματα θα ηδύνατο η προσεκτική των στίχων του Παπαρρηγοπούλου ανάγνωσις να του αναγνωρίση κάποια άλλα μερικώτερα προσόντα, που τον κάμνουν πλέον συγχρονισμένον μας παρ’ ό,τι όλ’ οι άλλοι της εποχής του…»

Το 1866 στη διδακτορική του διατριβή πραγματεύεται ένα αρκετά δύσκολο ζήτημα, το περί ποινών του Πλάτωνα, ενώ μετά από δύο χρόνια (1868) συμμετέχει σε διαγωνισμό του οποίου ο αθλοθέτης ήταν ο υποναύαρχος Νικόδημος, όπου βραβεύτηκε η πραγματεία του με τίτλο «Τα καθήκοντα του ανθρώπου χριστιανού και ως πολίτου». Την ίδια εποχή και καθώς ήταν εργατικότατος, έγραψε μια αρκετά αξιόλογη συνοπτική ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, η οποία, όχι μόνο ξεσηκώνει σάλο για τις ριζοσπαστικές απόψεις που υιοθετεί σε αυτήν, αλλά, όπως γράφει – και πάλι – ο Χ. Άννινος είναι «χρησιμωτάτη εις την διδασκαλίαν το μαθήματος εις τα κατώτερα σχολεία». Γράφει, ακόμα, μερικές άλλες πραγματείες για ιστορικά και φιλολογικά ζητήματα οι οποίες δημοσιεύονται στα διάφορα περιοδικά της εποχής και οι οποίες φέρουν πάντα «την σφραγίδα του εξεταστικού πνεύματος και της πολυμαθείας του». Μεταξύ αυτών των πραγματειών είναι και αυτή για τα Απόκρυφα Ευαγγέλια που παρουσιάστηκε από τον ίδιο σε επίσημη εκδήλωση κατά τη χειμερινή περίοδο του 1872 στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός».

Συνεχίζοντας, ο Χ. Άννινος γράφει ότι, πράγματι ο Δ. Παπαρρηγόπουλος - όπως και ο σύγχρονος, ομότεχνος και φίλος του Σπυρίδων Βασιλειάδης, με τον οποίο είναι τόσο κοντινοί φίλοι που τους αποκαλούσαν «Διόσκουρους» - είναι λυρικοί ποιητές, στο οποίο, όπως είδαμε σε προηγούμενο απόσπασμα, συνηγορεί και ο Ιωάννης Ζερβός. Ο Χ. Άννινος σπεύδει ευθύς αμέσως να εκτιμήσει ότι «ολίγα εκ των λυρικών του ποιημάτων δύνανται να θεωρηθούν ως άρτια, διότι εις όλα παρατηρούνται αι αυταί παρεκβάσεις, αι αυταί μεμψιμοιρίαι και ιδίως ο στερεότυπος εκείνος και αφόρητος οδυρμός» για να παραδεχτεί αμέσως ότι «υπάρχουν εν τούτοις εις όλα περίπου τα ποιητικά του προϊόντα σποραδικώς όχι μόνο στίχοι ωραίοι, αλλά και στροφαί, και μέρη ολόκληρα, εις τα οποία η ρωμαλέα σκέψις μεταρσιούται τολμηρώς και αι έννοιαι είναι αδραί και αι εικόνες πρωτότυποι και η έξαρσις εξευγενίζει τον ρυθμόν και την φράσιν».

Το 1869 γίνεται μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός», ο οποίος ιδρύθηκε το 1865 και το 1872 αριθμούσε ήδη περισσότερα από 300 μέλη, συγκεντρώνοντας όλη σχεδόν την αφρόκρεμα του τότε λογοτεχνικού κόσμου. Ο Παπαρρηγόπουλος είναι από τα πλέον δραστήρια μέλη του «Παρνασσού», στη βιβλιοθήκη του οποίου είχε δωρίσει πληθώρα βιβλίων. Οι λογοτέχνες, ως η πλειοψηφία των μελών καθόρισαν σχεδόν ολοκληρωτικά το στίγμα του Συλλόγου τον πρώτο αιώνα της ζωής του. Ανάμεσά τους, εκτός από τον Δ.Παπαρρηγόπουλο, οι Σπυρίδων Βασιλειάδης, Αλέξανδρος Ρίζος-Ραγκαβής και Αχιλλεύς Παράσχος.

Ο Δ. Παπαρρηγόπουλος άρχισε να γράφει στίχους, όπως είδαμε, το 1864 και τα πρώτα του ποιήματα δημοσιεύτηκαν από φίλο του στο μηνιαίο λογοτεχνικό παράρτημα της εφημερίδας «Αθήναι». Ωστόσο, τα πιο αξιόλογα ποιήματά του άρχισαν να δημοσιεύονται κατά το 1866, χρόνο κατά τον οποίο σημειώνεται η «επίσημη» εμφάνισή του στα γράμματα όταν υποβάλλει στον πανεπιστημιακό Βουτσιναίο διαγωνισμό (από το όνομα του αθλοθέτη του Ιωάννη Βουτσινά, ο οποίος ήταν φιλόμουσος ομογενής από την Οδησσό) τη μικρή ποιητική συλλογή «Στόνοι» η οποία και βραβεύεται. Το 1867, υποβάλλει μια άλλη μικρή συλλογή με τίτλο «Χελιδόνες» που αποσπά έπαινο. Την ίδια εποχή, έρχεται στο φως και μια τρίτη, επίσης μικρή, συλλογή με τίτλο «Έτεραι ποιήσεις», για την οποία, όμως, δεν υπάρχουν διαθέσιμα χρονολογικά και άλλα στοιχεία. Ακολούθησαν οι επικολυρικές συλλογές «Ορφεύς» και «Πυγμαλίων» που κατατέθηκαν στον πανεπιστημιακό διαγωνισμό το 1868 και 1869 αντίστοιχα και από τις οποίες η πρώτη απέσπασε έπαινο. Όλα αυτά τα έργα εκδόθηκαν, επίσης, μέσα στα επόμενα έξι χρόνια, όπως και η συλλογή «Χαρακτήρες», που αποτελεί συλλογή «ιδιορρύθμων πεζών διαλογικών έργων, ηθικού ή κοινωνικού ως επί το πλείστον θέματος». Το 1869 εξέδωσε μια μονόπρακτη κωμωδία πολιτικού περιεχομένου, με τίτλο «Συζύγου εκλογή» η οποία μεταφράστηκε στα γαλλικά σχεδόν αμέσως από τον Αιμίλιο Λεγκράντ. Η κωμωδία αυτή μεταφράστηκε μετά από μερικά χρόνια - μετά το θάνατό του - και στα ιταλικά από τον Simone Bouver και ανεβάστηκε με επιτυχία στο Τορίνο. Το 1871 κυκλοφορεί το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Αγορά», όπου περιλαμβάνονται και μερικά ποιήματα. Ο Χ. Άννινος χαρακτηρίζει το έργο αυτό «έργον δυνατής εμπνεύσεως, ανώμαλον την κατασκευήν, υφής κάπως ασυνδέτου και ανίσου, αλλ’ υπέρ παν άλλο χαρακτηριστικόν της ιδιοφυΐας και των ιδεών του».

Και συνεχίζει: «Αλλ΄ η παραβολή του αρχαίου προς τον νέον κόσμον ευρεία και εμπεριστατωμένη υπάρχει κυρίως εις την Αγοράν. Ενώ όμως η αρχαιομάθεια του ποιητού τον βοηθεί να χαράττη εις το έργον του εικόνας ωραίας αληθώς και πλαστικάς του αρχαίου ελληνικού βίου, η αποστροφή του προ του νεώτερον και η προκατάληψίς του τον κάμνουν να μη προσέχη πολύ εις τα καθέκαστα της συγχρόνου ζωής και αι σκηναί δια των οποίων πειράται να χαρακτηρίση αυτήν είναι άτονοι, άκομψοι, μειρακιώδεις σχεδόν».

Να σημειωθεί, επίσης, ότι παράλληλα με όλη τη μελετητική, ερευνητική και συγγραφική δραστηριότητά του, ο Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος μετά την αποφοίτησή του από τη Νομική Σχολή, εξασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου, στην αρχή στο πλευρό και καθοδηγούμενος από το θείο του, διαπρεπή νομομαθή της εποχής και καθηγητή του Πανεπιστημίου Πέτρο Παπαρρηγόπουλο. Αργότερα, διορίστηκε και υπηρετούσε ως υπάλληλος της Εισαγγελείας Αθήνας.

συνεχίζεται…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σκέψου δυο φορές πριν σχολιάσεις. Διαβάζεις ένα διαδικτυακό προσωπικό ημερολόγιο του οποίου η ανάγνωση ΔΕΝ είναι υποχρεωτική. Βαριέμαι τ' ανούσια μπλα μπλα και δαγκώνω όταν μου χαλάνε την ησυχία. Θα μπορούσα να έχω κλείσει τον σχολιασμό αλλά ακόμα νομίζω πως υπάρχουν κάποιοι που όντως έχουν κάτι να πουν κι εύχομαι να είσαι ένας από αυτούς αλλά οι πιθανότητες είναι λίγες και γι αυτό σου λέω: Για να μην σε φάει η μαρμάγκα σκέψου δυο φορές πριν σχολιάσεις, σαν να δίνεις εξετάσεις. Αλλιώς άστο καλύτερα!

Αναγνώστες

Η Ιδιοφυΐα του Πλήθους

Υπάρχει αρκετή προδοσία, μίσος, βία, παραλογισμός στο μέσο άνθρωπο για να προμηθεύσει οποιοδήποτε στρατό, οποιαδήποτε μέρα. Kαι οι καλύτεροι στο φόνο είναι αυτοί που κηρύττουν εναντίον του. Kαι οι καλύτεροι στο μίσος είναι αυτοί που κηρύττουν αγάπη. Kαι οι καλύτεροι στον πόλεμο είναι τελικά αυτοί που κηρύττουν ειρήνη. Eκείνοι που κηρύττουν θεό, χρειάζονται θεό. Eκείνοι που κηρύττουν ειρήνη, δεν έχουν ειρήνη. Eκείνοι που κηρύττουν αγάπη, δεν έχουν αγάπη.

Προσοχή στους κήρυκες, προσοχή στους γνώστες, προσοχή σε αυτούς που όλο διαβάζουν βιβλία, προσοχή σε αυτούς που είτε απεχθάνονται τη φτώχεια, είτε είναι περήφανοι γι' αυτήν, προσοχή σε αυτούς που βιάζονται να επαινέσουν γιατί θέλουν επαίνους για αντάλλαγμα, προσοχή σε αυτούς που βιάζονται να κρίνουν, φοβούνται αυτά που δεν ξέρουν, προσοχή σε αυτούς που ψάχνουν συνεχώς πλήθη γιατί δεν είναι τίποτα μόνοι τους, προσοχή στο μέσο άνδρα και τη μέση γυναίκα, η αγάπη τους είναι μέτρια, ψάχνει το μέτριο. Αλλά υπάρχει ιδιοφυΐα στο μίσος τους, υπάρχει αρκετή ιδιοφυΐα στο μίσος τους για να σας σκοτώσει, να σκοτώσει τον καθένα. Δεν θέλουν μοναξιά, δεν καταλαβαίνουν τη μοναξιά, θα προσπαθήσουν να καταστρέψουν οτιδήποτε διαφέρει από το δικό τους. Μη βρισκόμενοι σε θέση να δημιουργήσουν έργα τέχνης, δεν θα καταλάβουν την τέχνη, θα εξετάσουν την αποτυχία τους, ως δημιουργών, μόνο ως αποτυχία του κόσμου. Mη βρισκόμενοι σε θέση να αγαπήσουν πλήρως, θα πιστέψουν ότι και η αγάπη σας είναι ελλιπής και τότε θα σας μισήσουν και το μίσος τους, θα είναι τέλειο... Σαν ένα λαμπερό διαμάντι, σαν ένα μαχαίρι, σαν ένα βουνό, σαν μια τίγρη. Όπως το κώνειο. Η καλύτερη τέχνη τους...

Tσαρλς Μπουκόφσκι

Related Posts with Thumbnails