Γράφτηκε για το protagon
Εκείνες οι μέρες ήταν, έτσι κι αλλιώς, ξεχωριστές και θα μας μείνουν αξέχαστες. Από παραδοσιακοί και περήφανοι επαρχιώτες, είχαμε αποφασίσει να γίνουμε «πρωτευουσιάνοι». Ήταν αρχές του 2000. Η Ελλάδα αλλιώς, τα πράγματα αλλιώτικα, τα όνειρα περισσότερα. Αφήσαμε την αγαπημένη μας Δράμα, που τόσο πολύ δεθήκαμε μαζί της και λόγω ενός προβλήματος υγείας της μικρής κόρης έπρεπε να εγκατασταθούμε στην Αθήνα. Τις πρώτες ημέρες, εντελώς χαμένοι. Στην κυριολεξία. Μετά κόπων και βασάνων βρήκαμε ένα σπίτι. Αφού, όμως, για πάνω από ένα μήνα κάναμε ειρηνική κατάληψη στο σπίτι της αδελφής μου. Το σπίτι που βρήκαμε καλό, η σπιτονοικοκυρά πολύ καλή και όλα έδειχναν να πηγαίνουν καλά. Μέχρι που φέραμε από τη Δράμα τα πράγματα και γεμίσαμε το σαλόνι και τα δωμάτια κούτες. Πολλές κούτες.
Και ξαφνικά όλα άλλαξαν. Την ώρα που πάνω στα σκόρπια πράγματα μας, κοντά στις 10 το βράδυ, κατάκοποι και ακόμα μια φορά ξένοι, ταΐζαμε τις μικρές, κτυπάει την πόρτα μια εύσωμη, αναψοκοκκινισμένη από θυμό κυρία, που πρώτη φορά την έβλεπα, αφού μας συστήθηκε ως «η άλλη κόρη της ιδιοκτήτριας», μας ενημέρωσε ότι θα πρέπει να φύγουμε άμεσα από το σπίτι διότι «δεν είπατε ότι είστε αλλοδαποί». Είχε ακούσει τους εργάτες – φίλοι και συγγενείς μας – που μετέφεραν τα πράγματα από το φορτηγό, να μιλάνε αλβανικά και είχε γίνει θηρίο. Προσπάθησα να την ηρεμήσω, λέγοντάς της την αλήθεια, ότι «δεν μας ρώτησε η αδελφή σας από πού είμαστε» και ότι, «ας κάνουμε αυτή τη κουβέντα άλλη ώρα, χωρίς την παρουσία των παιδιών μας». Η κυρία δεν δεχόταν και πολλές «νουθεσίες», απλώς μας προειδοποίησε ότι «αν δεν φύγετε αύριο, φέρνω την αστυνομία».
Η αστυνομία δεν ήρθε, τα πράγματά μας δεν τα ανοίξαμε αλλά σε μια βδομάδα – μας δόθηκε σιωπηρή περίοδος χάριτος, θα λέγαμε – η κυρία ημέρευσε. Μείναμε τελικά, αν και είχαμε βρει άλλο σπίτι. Και μείναμε δέκα χρόνια. Η κυρία μας «συμπάθησε», περισσότερο και από μας το ενοίκιο στην ώρα του και πολλές φορές μας έλεγε ότι «εσείς είστε καλά παιδιά, όχι σαν τους άλλους συμπατριώτες σας». Είναι η μόνιμη επωδός των ρατσιστών. «Ο μετανάστης που γνωρίζω εγώ είναι καλός, οι άλλοι είναι καθάρματα».
Τα χρόνια, πέρασαν, όμως, και αυτές τις ημέρες, ψάχνοντας σπίτι, πέσαμε σε άλλες «κόρες ιδιοκτήτριας». Στο τηλεφώνημα «για το διαμέρισμα που ενοικιάζετε», πετύχαμε δύο στα δύο. «Από πού είστε;» η πρώτη ερώτηση. «Τι σημασία έχει, λεφτά δεν θέλετε;» Ναι αλλά δεν το δίνω σε αλλοδαπούς. «Και αν είμαι Έλληνας αλλά ομοφυλόφιλος». «Α! όχι όχι. Θεός φυλάξει!» Βεβαίως, θεός φυλάξει. Για τον ρατσιστή, «αλλοδαπός» είναι και ο ομοφυλόφιλος, απλώς το μαθαίνει όταν πάει να του ενοικιάσει το σπίτι. Και ψάχνοντας ξανά σπίτι αυτές τις ημέρες, διαπιστώνω ότι υπάρχουν πολλές «κόρες ιδιοκτήτριας».
Σ'ευχαριστώ! :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαταστάσεις μιας προβληματικής κοινωνίας...
ΑπάντησηΔιαγραφή